Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Η Μάχη των Θερμοπυλών


Ο περσικός στρατός παρέμεινε στρατοπεδευμένος στην Τραχίνια, στην ευρύχωρη περιοχή ανάμεσα στους ποταμούς Μέλανα και Ασωπό και σε απόσταση τεσσάρων ως πέντε χιλιομέτρων από τις Θερμοπύλες, επί τέσσερις ημέρες. Ο Ξέρξης καθυστέρησε την προώθησή του στη Νότια Ελλάδα για να ξεκουράσει το στρατό του, προπάντων όμως γιατί είχε σχεδιάσει να εξαπολύσει συντονισμένη επίθεση και από ξηρά και από θάλασσα. Για το λόγο αυτό περίμενε να φτάσει στα στενά του Αρτεμισίου ο στόλος του, που καθυστέρησε ακριβώς τέσσερις μέρες. Κι αυτό εξαιτίας της μεγάλης καταστροφής λόγω της σφοδρής καταιγίδας στις ακτές του Πηλίου. Ισως να καθυστέρησε την επίθεση με την ελπίδα ότι οι Ελληνες, τρομοκρατημένοι από τον όγκο του περσικού στρατού, θα αποσύρονταν από τα στενά των Θερμοπυλών, όπως είχαν κάνει στα Τέμπη. Οι προσδοκίες του όμως ήταν μάταιες. Οταν έστειλε κήρυκες και ζήτησε από τους Ελληνες που είχε απέναντί του να παραδώσουν τα όπλα, συνάντησε κατηγορηματική άρνηση.
Ο Πλούταρχος βάζει στο στόμα του Λεωνίδα τη σύντομη, κατά τη λακωνική συνήθεια, απάντηση, η οποία απηχεί την ελληνική αποφασιστικότητα: «Μολών λαβέ»… «Ελα να τα πάρεις». Κι ο περσικός στρατός ήρθε, μα είχε να κάνει μ’ ανθρώπους που τιμή τους ήταν να ορίζουν και να φυλάνε Θερμοπύλες, ακόμα κι αν «οι Μήδοι επί τέλους θα διαβούνε», όπως έγραψε ο ποιητής Καβάφης («Θερμοπύλες»).

Η πρώτη μέρα


Κύρια πηγή για τους Περσικούς πολέμους
αποτελεί ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος γνωστός
ως «Πατέρας της Ιστορίας
Την πέμπτη μέρα από την άφιξη του περσικού στρατού στην Τραχίνια, ο Ξέρξης δίνει την εντολή για επίθεση. Μάλιστα, θεωρεί τον αγώνα εύκολη υπόθεση, καθώς διατάσσει να συλληφθούν οι αναιδείς Ελληνες ζωντανοί και να παρουσιαστούν μπροστά του. Η επίθεση εξαπολύεται σφοδρή. Πρώτοι εφορμούν οι Μήδοι και οι Κίσσιοι κατά κύματα. Ομως συντρίβονται πάνω στο αρραγές τείχος από μέταλλο της ελληνικής φάλαγγας. Ο ελληνικός τρόπος πολέμου απέδειξε στις Θερμοπύλες την ανωτερότητά του απέναντι στην αριθμητική υπεροχή των Περσών. Κύριο αμυντικό όπλο του Ελληνα οπλίτη ήταν ακριβώς το όπλον (από το οποίο πήρε και το όνομά του), δηλαδή η ασπίδα. Καθώς η φάλαγγα παρατασσόταν σε σφιχτό σχηματισμό, με τις ασπίδες να επικαλύπτονται, κάθε οπλίτης σκέπαζε την απροστάτευτη δεξιά πλευρά του συμπολεμιστή του. Προτάσσοντας το κύριο επιθετικό τους όπλο, ένα δόρυ μήκους περίπου 2 μέτρων (ο επιθετικός οπλισμός συμπληρώνεται με ένα σπαθί από σίδερο με ορειχάλκινα εξαρτήματα, που είχε δίκοπη, φυλλόσχημη λεπίδα με μήκος 60 εκ. και ήταν τοποθετημένο σε θήκη που κρεμόταν από τον ώμο), οι οπλίτες όχι μόνο είναι άτρωτοι από τα εχθρικά χτυπήματα, χάρη στις ασπίδες και την πανοπλία που φορούν, αλλά μπορούν να επιφέρουν συντριπτικά πλήγματα στον αντίπαλο καθώς προχωρούν σε σχηματισμό. Ειδικά απέναντι σε ένα στρατό όπως ο περσικός, του οποίου οι πεζικές δυνάμεις δεν έφεραν αξιόλογο αμυντικό εξοπλισμό και δεν ήταν συνηθισμένες σε παρατεταμένες μάχες σώμα με σώμα. Επειτα από τις τεράστιες απώλειές τους, οι Μήδοι αντικαθίστανται από περσικά στρατεύματα. Συγκεκριμένα, από το επίλεκτο σώμα του περσικού στρατού με την ονομασία «Αθάνατοι» με επικεφαλής τον Υδάρνη. Αυτοί οι «Αθάνατοι» ήταν δέκα χιλιάδες άντρες. Τους αποκαλούσαν έτσι γιατί οι Πέρσες βασιλείς, μόλις σκοτωνόταν ένας από αυτούς, τον αντικαθιστούσαν ενσωματώνοντας στη μονάδα άνδρες από άλλα περσικά σώματα που είχαν διακριθεί στη μάχη, ώστε ο αριθμός τους να μένει πάντα σταθερός. Κατά κάποιον τρόπο, η μονάδα ήταν «αθάνατη», και φυσικά όχι τα στελέχη της. Αλλά παρ’ όλη τη γενναιότητά τους, δεν κατάφεραν απολύτως τίποτα. Ο Ηρόδοτος μας παραδίδει ότι ο Ξέρξης, που παρακολουθούσε τη μάχη, τρεις φορές αναπήδησε από το θρόνο του, επειδή φοβήθηκε για την τύχη του στρατού του. Η ήττα του περσικού στρατού οφειλόταν σε μια σειρά από παράγοντες. Ο οπλισμός των Ελλήνων σαφώς υπερείχε του αντίστοιχου περσικού. Εκτός της πανοπλίας, το δόρατα των Ελλήνων ήταν μακρύτερα. Η στενότητα του χώρου δεν επέτρεπε στους Πέρσες να εκμεταλλευτούν την αριθμητική τους υπεροχή, αλλά και το όπλο, στη χρήση του οποίου σαφώς υπερείχαν, δηλαδή το τόξο. Η μάχη εξελισσόταν αυτόματα, λόγω του περιορισμένου μετώπου, σε αγώνα εκ του συστάδην. Οι Ελληνες οπλίτες ήταν απαράμιλλοι στο συγκεκριμένο τύπο μάχης, με αιχμή του δόρατος φυσικά τους ικανότατους στα πολεμικά Σπαρτιάτες. Η απόκρουση, λοιπόν, των Περσών φαινόταν εξασφαλισμένη και η φύλαξη της διόδου ασφαλής. Αλλά ο Λεωνίδας δεν περιορίστηκε στην εκπλήρωση μιας στενά αμυντικής τακτικής. Αποβλέποντας στη μεγαλύτερη δυνατή φθορά του εχθρού και επιδιώκοντας την πλήρη αξιοποίηση των στρατευμάτων που είχε στη διάθεσή του, εφάρμοσε ειδική τακτική μάχης, προσαρμοσμένη στις ιδιότητες του εδάφους. Διέθετε ένα σπουδαίο πολεμικό όργανο, την οπλιτική φάλαγγα, η οποία για να είναι αποτελεσματική προϋπέθετε την ομαδική δράση και την ακρίβεια κινήσεων από αυτούς που τη σχημάτιζαν. Ο συγκεκριμένος σχηματισμός ήταν ισχυρότατος στην άμυνα, αλλά πολύ πιο καταστροφικός στην επίθεση. Επρεπε συνεπώς να δημιουργηθούν, με κατάλληλη τακτική, συνθήκες που να επιτρέπουν στους Ελληνες οπλίτες να μάχονται επιθετικά. Αποφάσισε, λοιπόν, ο Σπαρτιάτης βασιλιάς να αξιοποιήσει το μήκος της εδαφικής ζώνης που διεξαγόταν η μάχη, προκειμένου να αποτελέσει τον κύριο άξονά της. Δηλαδή να κινεί σε αυτό το χώρο τα τμήματά του και προς τα εμπρός και προς τα πίσω, ώστε να παρασύρεται στη σύγκρουση και την εξόντωση μεγάλος αριθμός πολεμιστών του εχθρού.





Προτομή του Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα
(Μουσείο Σπάρτης)



Αθηναίος οπλίτης ( 5ος π.Χ.).
Φέρει λοφιοφόρο κράνος αττικού
τύπου, ελαφρύ λινοθώρακα
με δερμάτινες πτέρυγες,
ψηλές ορειχάλκινες
περικνημίδες και
ασπίδα τύπου ”όπλον”
Για την εφαρμογή αυτής της ειδικής τακτικής, που ήταν ένα είδος στρατηγήματος, ο Λεωνίδας χρησιμοποίησε τους τριακοσίους Σπαρτιάτες που τον συνόδευαν. Ο αριθμός τριακόσιοι δεν ήταν τυχαίος. Επρόκειτο για το επίλεκτο σώμα των Ιππέων, το οποίο αποτελούσε την προσωπική φρουρά του Σπαρτιάτη βασιλιά όταν βρισκόταν σε εκστρατεία. Μάλιστα, ο Λεωνίδας πριν αναχωρήσει για τις Θερμοπύλες είχε επιλέξει προσωπικά τους Σπαρτιάτες που θα τον συνόδευαν με κριτήριο το αν είχαν αποκτήσει αρσενικό παιδί για να τους κληρονομήσει. Ενα έμμεσο στοιχείο για τη συναίσθηση της σημαντικής αποστολής του και της αποφασιστικότητας τόσο του ιδίου όσο και της Σπάρτης να αντισταθεί με κάθε κόστος στον εισβολέα. Σε κάθε περίπτωση, επρόκειτο για το άνθος του τρομερού στρατού της Λακεδαίμονος, της ηγεμονεύουσας πόλης στην Ελλάδα, που απολάμβανε την πλήρη εμπιστοσύνη του επικεφαλής αρχιστράτηγου. Το σώμα αυτό ήταν επίλεκτο, με ηθικό υψηλό στον ανώτερο βαθμό και με πειθαρχία απόλυτη. Ηταν ασκημένο στο έπακρο, ικανό να πραγματοποιεί τις πλέον πολύπλοκες κινήσεις στο πεδίο της μάχης με χειρουργική ακρίβεια, ανταποκρινόμενο αστραπιαία και στο πλέον σύνθετο παράγγελμα των αρχηγών του. Οι Σπαρτιάτες προχωρούσαν προς την κατεύθυνση του εχθρού και, αφού έφταναν στις γραμμές του, υποχωρούσαν, παρασύροντας με την απατηλή κίνηση υποχώρησης μεγάλο πλήθος εχθρών προς την κατεύθυνση του
ελληνικού στρατοπέδου. Σε ορισμένη στιγμή, όταν τους είχαν παρασύρει αρκετά, αναστρέφονταν απότομα και ενεργούσαν ορμητική επίθεση εναντίον των επιτιθέμενων που ήταν συσσωρευμένοι σε μεγάλο αριθμό στον επιμήκη στενό χώρο. Ακολουθούσε ανατροπή των πρώτων γραμμών των εχθρών, με την ακαριαία σχηματισμένη φάλαγγα να συνθλίβει τις πανικόβλητες πίσω γραμμές, ενώ όσοι από τους επιτιθέμενους έπεφταν σκοτώνονταν από τις μυτερές κάτω άκρες των σπαρτιατικών δοράτων, τους σαυρωτήρες, καθώς η φάλαγγα προχωρούσε. Είχαν βέβαια στις συγκρούσεις αυτές και οι Σπαρτιάτες απώλειες, αλλά πολύ μικρές. Με την επανειλημμένη χρήση αυτής της τακτικής, οι αλλεπάλληλες επιθέσεις των Περσών απέτυχαν, με τρομακτικές απώλειες μέχρι το τέλος της ημέρας.

Η δεύτερη μέρα. Η προδοσία του Εφιάλτη

Την επομένη, οι Πέρσες συνέχισαν τις επιθέσεις με την ίδια σφοδρότητα, θεωρώντας ότι ο μικρός αριθμός των Ελλήνων που υπεράσπιζαν το στενό θα μειωνόταν λόγω των απωλειών, θα έπαυε να μάχεται και τελικά θα υπέκυπτε. Αλλά οι Ελληνες συνέχιζαν να αμύνονται αποτελεσματικά χάρη στην τακτική του Λεωνίδα, ο οποίος φρόντιζε για την τακτική εναλλαγή των τμημάτων στη μάχη. Αποτέλεσμα ήταν να τελειώσει η μέρα με βαρύτατες απώλειες για τα περσικά τμήματα, ενώ οι ελληνικές απώλειες ήταν ελάχιστες. Ο ρυθμός των ελληνικών απωλειών έδειχνε ότι οι υπερασπιστές των Θερμοπυλών θα μπορούσαν θεωρητικά να αμύνονται επ’ άπειρον, ενώ ήταν ορατό το ενδεχόμενο να δεχτούν σοβαρές ενισχύσεις. Ο Ξέρξης αντιλαμβανόταν ότι βρισκόταν στα πρόθυρα ενός στρατηγικού αδιεξόδου. Τότε ακριβώς, λίγο μετά το πέρας των συγκρούσεων της δεύτερης μέρας, το απομεσήμερο, κι ενώ ο Μεγάλος Βασιλιάς δεν ήξερε τι να κάνει, εμφανίζεται στο περσικό στρατόπεδο ένας άνδρας από τη Μαλίδα με το όνομα Εφιάλτης. Αποκάλυψε στους Πέρσες την ύπαρξη της Ανοπαίας ατραπού και προσφέρθηκε να οδηγήσει σε αυτήν τμήματα του περσικού στρατού. Ο Ξέρξης διέθεσε περιχαρής γι’ αυτή την αποστολή το επίλεκτο σώμα των «Αθανάτων» με επικεφαλής τον Υδάρνη. Το δειλινό της ίδιας μέρας, ξεκίνησε το σώμα των «Αθανάτων» και με οδηγό τον Εφιάλτη πέρασε τον Ασωπό ποταμό, ακολούθησε την Ανοπαία και έφτασε την αυγή στο



Σημερινή άποψη του σημείου
όπου έλαβε χώρα η Μάχη
των Θερμοπυλών το 480 π.Χ.
υψηλότερο σημείο της. Στο σημείο αυτό ήρθε σε επαφή με τους Φωκείς, οι οποίοι, αντιλαμβανόμενοι την προσέγγιση των «Αθάνατων» από τον κρότο των βημάτων στα ξερά φύλλα, έσπευδαν να οπλιστούν και να πολεμήσουν. Ο Υδάρνης αιφνιδιάστηκε, καθώς δεν περίμενε να συναντήσει στρατό, και ρώτησε τον Εφιάλτη μήπως αυτοί που φρουρούσαν τη διάβαση ήταν Σπαρτιάτες. Αφού έλαβε καθησυχαστική απάντηση, ανέπτυξε τα τμήματά του, τα οποία άρχισαν να βάλλουν τους αντιπάλους με πυκνά τοξεύματα. Οι Φωκείς, αιφνιδιασμένοι και απροετοίμαστοι να αντιμετωπίσουν τη βροχή από τα βέλη, αποσύρθηκαν πιο ψηλά, στην κορυφή του βουνού, προκειμένου να αμυνθούν αποτελεσματικότερα. Με τον τρόπο αυτό όμως άφησαν αφύλακτη την ατραπό. Ο Υδάρνης δεν χρονοτρίβησε με τους Φωκείς. Συνέχισε ορμητικά την πορεία του, ακολουθώντας τώρα το κατωφερές τμήμα της Ανοπαίας και κινούμενος με ταχύτητα έσπευσε να ολοκληρώσει την κύκλωση. Με την επιτυχημένη αποστολή του Υδάρνη, ο αμυντικός αγώνας στις Θερμοπύλες έπαιρνε μια νέα, τόσο κρίσιμη όσο και δραματική τροπή.

Η τρίτη μέρα

Ο Λεωνίδας και οι υπόλοιποι Ελληνες αρχηγοί στις Θερμοπύλες πληροφορήθηκαν εγκαίρως τον κυκλωτικό ελιγμό των Περσών. Ο Ακαρνάνας μάντης Μεγιστίας, προσωπικός φίλος του Λεωνίδα, προείπε ότι οι Ελληνες θα πεθάνουν την αυγή. Ελληνες αυτόμολοι από το περσικό στρατόπεδο είχαν ενημερώσει για τις κινήσεις του Υδάρνη. Λίγο μετά την αυγή, οι τοποθετημένοι σκοποί τρέχοντας έφεραν την είδηση ότι οι «Αθάνατοι» είχαν ξεπεράσει το εμπόδιο των Φωκέων και κατέβαιναν το βουνό. Η σύσκεψη των Ελλήνων αρχηγών, που είχε αρχίσει από τη νύχτα, υπήρξε θυελλώδης λόγω της κρισιμότητας της κατάστασης. Οι γνώμες ήταν διχασμένες. Κάποιοι, με κριτήρια καθαρά στρατιωτικά, πίστευαν ότι από τη στιγμή που δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για επιτυχή συνέχιση της άμυνας όφειλαν να αποσυρθούν, ώστε να σωθεί το στράτευμα. Ο Λεωνίδας, έχοντας κάποιους υποστηρικτές, θεώρησε ότι έπρεπε να παραμείνουν στις θέσεις τους. Τελικά ο Λεωνίδας ήταν αυτός που έδωσε τη λύση. Αντιλαμβανόμενος την απροθυμία των υπόλοιπων ελληνικών σωμάτων να διακινδυνεύσουν και θέλοντας να τους περισώσει για να πολεμήσουν αργότερα, τους διέταξε επισήμως να αποχωρήσουν. Ο ίδιος με τους τριακόσιους Σπαρτιάτες θα παρέμεναν να συνεχίσουν τον αγώνα μέχρι τέλους, γιατί αυτό υπαγόρευαν η στρατιωτική τιμή και ο νόμος της Σπάρτης. Οπωσδήποτε, τα κίνητρα του Λεωνίδα, εκτός από πατριωτικά, είχαν και τη στρατιωτικοπολιτική τους εξήγηση. Από πολιτική άποψη, η γενικότερη κατάσταση ήταν κρίσιμη. Η Σπάρτη έπρεπε εμπράκτως να δείξει τη θέλησή της να αντισταθεί, προκειμένου να συγκρατήσει το ρεύμα του μηδισμού στις ελληνικές πόλεις. Μετά την υποχώρηση στα Τέμπη, ολόκληρη η Θεσσαλία είχε υποταχτεί, ενώ οι ενέργειες του Εφιάλτη ήταν ένα ακόμα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Εξάλλου, η παρουσία στις Θερμοπύλες αντιπροσώπευε και την έμπρακτη υποστήριξη στον άλλο μεγάλο εταίρο της Πανελλήνιας Συμμαχίας, την Αθήνα. Σκοπός της άμυνας ήταν η προστασία της Νότιας Ελλάδας και ιδίως της Αττικής. Εκτός αυτού, παράλληλα με τις χερσαίες επιχειρήσεις στις Θερμοπύλες, διεξαγόταν και ο ναυτικός αγώνας στο Αρτεμίσιο, όπως αναλυτικά θα δούμε παρακάτω. Από στρατιωτικής άποψης, λοιπόν, η συνέχιση του αμυντικού αγώνα θα προσέφερε μια ακόμα ευκαιρία στον ελληνικό στόλο, ραχοκοκαλιά του οποίου αποτελούσαν οι αθηναϊκές τριήρεις, να προκαλέσει ακόμα περισσότερες φθορές στον αντίστοιχο περσικό. Αλλωστε, τα υποχωρούντα τμήματα στις Θερμοπύλες χρειάζονταν κάλυψη και ο Λεωνίδας ως στρατηγός ήξερε πώς να προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη φθορά στον περσικό στρατό, όπως θα φανεί από τις ενέργειές του παρακάτω.
Οι σύμμαχοι αποχώρησαν πράγματι εγκαίρως κατευθυνόμενοι χωριστά στις πόλεις τους. Δεν έφυγαν όμως όλοι. Οι επτακόσιοι Θεσπιείς με αρχηγό τον Δημόφιλο του Διαδρόμου επέλεξαν να σταθούν δίπλα στον Λεωνίδα, θεωρώντας μικρό το αντάλλαγμα να μοιραστούν το θάνατό του, προκειμένου να λάβουν το μερίδιο στη δόξα του. Εκτός αυτού, όπως θα δούμε παρακάτω, σε περίπτωση υποχώρησής τους, η πόλη τους θα παρέμενε εκτεθειμένη στον εχθρό και οι ίδιοι θα έπαιρναν το δρόμο της εξορίας. Εμειναν επίσης και τετρακόσιοι Θηβαίοι, αν και ορισμένες πηγές μας αντιλαμβάνονται την παραμονή τους ως αναγκαστική, επειδή η πόλη τους ήταν ύποπτη μηδισμού. Αυτή την πληροφορία μάς τη μεταφέρει ο Ηρόδοτος. Ο μεταγενέστερος Πλούταρχος (1ος-2ος αι. μ.Χ.) στο έργο του «Περί της Ηροδότου κακοηθείας» τον αντικρούει λέγοντας ότι, αν ήταν ύποπτοι, ο Λεωνίδας δεν θα είχε την πολυτέλεια να διαθέσει φρουρά γι’ αυτούς ούτε θα έπαιρνε στη μάχη αφερέγγυους συμπολεμιστές που μπορούσαν πάντα να του επιτεθούν ξαφνικά. Υπάρχει, τέλος, και η πιθανότητα να επέλεξαν οι Θηβαίοι να παραμείνουν για να αποσείσουν ακριβώς την κατηγορία του μηδισμού από την πόλη τους, δίνοντάς της με την πράξη τους το πλεονέκτημα της αμφιβολίας στα μάτια των υπόλοιπων Ελλήνων. Ο φίλος του Λεωνίδα μάντης Μεγιστίας επέδειξε μια στάση προσωπικού ηρωισμού επιλέγοντας να παραμείνει στο πλευρό του, ενώ διασφάλισε την αποχώρηση του μοναδικού γιου του μαζί με τους υπόλοιπους Ακαρνάνες.

Πιθανώς παρέμειναν μαζί με τον Λεωνίδα 1.000 ή 900 περίοικοι, κάτοικοι της Λακεδαίμονος, χωρίς πολιτικά δικαιώματα στην ίδια τη Σπάρτη, αλλά με υποχρέωση στρατιωτικής υπηρεσίας ως οπλίτες, και 300 είλωτες (δημόσιοι δούλοι), ένας για κάθε Σπαρτιάτη. Το σύνολο, δηλαδή, των δυνάμεων που διέθετε ο Λεωνίδας πλησίαζε τις 2.300 ή 2.400 οπλιτών. Μια νέα φάση της Μάχης των Θερμοπυλών, η ενδοξότερη, άρχιζε τώρα. Προοπτική νίκης ή σωτηρίας των εναπομεινάντων τμημάτων δεν υπήρχε. Και ήταν προδιαγραμμένα όχι μόνο η τύχη των Ελλήνων πολεμιστών, που παρέμειναν εθελοντικά να αγωνιστούν μέχρις εσχάτων, αλλά και η έκβαση της μάχης και τα χρονικά όρια. Λίγες ώρες αγώνα έμεναν μέχρι να φτάσουν οι «Αθάνατοι» του Υδάρνη. Η εκπλήρωση της βασικής αποστολής της παραμονής στις Θερμοπύλες, δηλαδή η παρεμπόδιση της διάβασης των Περσών, είχε καταστεί πλέον αδύνατη. Μπορούσε, όμως, ακόμα ο Λεωνίδας να προκαλέσει τη μεγαλύτερη δυνατή φθορά στον εχθρό. Αυτή ήταν τώρα η αποστολή του. Για να επιτύχει το μέγιστο δυνατό αποτέλεσμα μετακίνησε τις δυνάμεις του το πρωί της τρίτης μέρας, προς τις θέσεις των Περσών, πιο μπροστά από το στενό που διεξήχθησαν οι συγκρούσεις των δύο πρώτων ημερών. Στο σημείο που επέλεξε η στενωπός ευρυνόταν σημαντικά. Εκεί παρέταξε το σύνολο των ανδρών που διέθετε, σε σχηματισμό φάλαγγας, εκτός από ελάχιστους που άφησε ως φρουρά στο τείχος των Φωκέων. Με τον τρόπο αυτό οι οπλίτες θα αγωνίζονταν όλοι μαζί ολόκληρο το χρόνο που απέμενε με τον περισσότερο αποδοτικό σχηματισμό μάχης και όχι εναλλασσόμενοι διαδοχικά όπως τις δύο προηγούμενες μέρες. Ετσι θα προκαλούσαν ως την άφιξη των «Αθανάτων» τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες στον εχθρό. Η μετακίνηση αυτή σε ευρύ πεδίο συνιστούσε για τους εναπομείναντες Ελληνες έξοδο θανάτου. Οταν λοιπόν άρχισε η σύγκρουση με τους επιτιθέμενους Πέρσες, η συμπλοκή πήρε ευθύς εξαρχής την πιο άγρια μορφή. Οι Πέρσες αξιωματικοί όχι μόνο έριχναν τους άνδρες τους κατά κύματα πάνω στην ελληνική φάλαγγα, αλλά τους μαστίγωναν για να προχωρούν μπροστά, όταν τα ανθρώπινα κύματα συντρίβονταν στο μεταλλικό τείχος των Ελλήνων οπλιτών. Η παραφορά και το πολεμικό μένος των Ελλήνων για άλλη μια φορά προκάλεσαν βαρύτατες απώλειες στα περσικά τμήματα. Οσοι Πέρσες δεν έπεφταν απωθούμενοι από τα μακρύτερα ελληνικά δόρατα στη θάλασσα, συντρίβονταν ανάμεσα στα επερχόμενα νέα τμήματα του δικού τους στρατού και το αρραγές μέτωπο της φάλαγγας. Ομως οι Πέρσες είναι αμέτρητοι. Τα ελληνικά δόρατα σπάνε και οι οπλίτες τώρα πολεμούν με τα ξίφη τους. Ο Λεωνίδας, σαν πραγματικός Σπαρτιάτης βασιλιάς, μάχεται ως πρόμαχος, δηλαδή στην κεφαλή της παράταξης. Η αριθμητική υπεροχή των Περσών, όμως, αρχίζει να επηρεάζει την έκβαση της μάχης. Ο Λεωνίδας και όσοι είναι γύρω του υποκύπτουν στα χτυπήματα των υπεράριθμων εχθρών. Οι Πέρσες σπεύδουν να αποσπάσουν το πτώμα του. Εχουν όμως να κάνουν με τη λυσσαλέα αντίσταση των επιζώντων οπλιτών. Τέσσερις φορές προσπάθησαν και τις τέσσερις φορές απωθήθηκαν με φρικτές απώλειες, ενώ οι Ελληνες κατόρθωσαν να σύρουν την ηρωική σορό προς το μέρος τους. Ανάμεσα στους υψηλόβαθμους Πέρσες που σκοτώνονται, βρίσκονται και δύο αδελφοί του Ξέρξη. Εκείνη όμως τη στιγμή οι Θηβαίοι πετούν τις ασπίδες τους, όπως ήταν ο ενδεδειγμένος τρόπος παράδοσης των οπλιτών, και φωνάζουν ότι παραδίνονται. Οι Πέρσες δεν καταλαβαίνουν και σκοτώνουν αρκετούς, αλλά, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Θεσσαλοί σώζουν τους Θηβαίους, πληροφορώντας τον Ξέρξη ότι οι Θηβαίοι παραδίδονται. Και πάλι ο Πλούταρχος αντικρούει τον Ηρόδοτο, λέγοντας ότι μέσα στη σύγχυση της μάχης αυτό δεν ήταν δυνατό. Αλλωστε, υποστηρίζει, οι Θεσσαλοί ήταν εχθρικοί προς τους Θηβαίους λόγω πολέμου που είχε λάβει χώρα πριν από την περσική εισβολή. Οπως και να έχει, ο Ξέρξης διέταξε να συλληφθούν οι Θηβαίοι και να στιγματιστούν με πυρωμένο σίδερο, να υποστούν δηλαδή την τιμωρία των απείθαρχων απέναντι στον αφέντη τους δούλων. Ολιγάριθμοι, ματωμένοι, οι περισσότεροι χωρίς δόρατα, με τους επικεφαλής τους νεκρούς, οι υπόλοιποι Ελληνες παραμένουν κύριοι του πεδίου συμπλοκής. Δεν παύουν να είναι νικητές.


Ο βασιλιάς της Σπάρτης, Λεωνίδας,
αποχαιρετά τους συμμάχους
πριν από τη Μάχη των Θερμοπυλών.
Σχέδιο του Η. Μ. Herget (National Geographic)


«Ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες».
Πίνακας (1814) του Γάλλου ζωγράφου
Jacques Luis David, στον οποίο απεικονίζεται
ο Σπαρτιάτης βασιλιάς πριν από
τη Μάχη των Θερμοπυλών
(Μουσείο Λούβρου, Παρίσι)



Αναπαράσταση Ελληνα οπλίτη,
ο οποίος πολεμά έναν Πέρση στρατιώτη
(Βασιλικό Μουσείο του Εδιμβούργου)

Η τελική σύγκρουση, ο τιμημένος θάνατος και η αιώνια δόξα


Η τύχη, όμως, της μάχης αντιστρέφεται ραγδαία με την άφιξη των «Αθανάτων» στα νώτα των
επιζώντων Ελλήνων. Πολεμώντας μέχρι τη στιγμή εκείνη σε ένα μέτωπο, οι καταπονημένοι οπλίτες παρέμεναν αδιαμφισβήτητοι νικητές. Τώρα όμως αναγκάζονται να συμπτυχθούν, με επιτυχία παρ’ όλα ταύτα, προς τη στενή δίοδο των Θερμοπυλών. Περνούν το τείχος των Φωκέων και παρατάσσονται ελάχιστα πίσω του σε ένα μικρό λόφο, τον Κολωνό. Με κυκλική διάταξη, προκειμένου να διατηρούν επαφή με όλα τα μέτωπα, αποφασίζουν να δώσουν εκεί την τελική μάχη με όσα όπλα τους απέμεναν, ακόμα με τα χέρια ή τα δόντια. Αλλά ακόμα και χωρίς όπλα προκαλούν τρόμο στον εχθρό. Τόσο οι Πέρσες που επιτίθεντο κατά μέτωπο όσο και οι επίλεκτοι «Αθάνατοι» που έφθασαν από την Ανοπαία δεν τόλμησαν να πλησιάσουν για μάχη εκ του συστάδην. Πρώτα γκρέμισαν το τείχος των Φωκέων, τους κύκλωσαν από όλα τα σημεία και τους χτυπούσαν με ακόντια και με βέλη έως τη στιγμή που έπεσαν νεκροί και οι τελευταίοι. Ετσι τέλειωσε η μάχη. Ο Ξέρξης μετά το πέρας της σύγκρουσης διέταξε να αναζητηθεί το πτώμα του Λεωνίδα. Ηταν τόσο εξοργισμένος, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ώστε διέταξε να του κόψουν το κεφάλι και να το κρεμάσουν σε έναν πάσσαλο. Η ατίμωση αυτή του ηρωικού νεκρού δείχνει το μέγεθος της οργής του Μεγάλου Βασιλιά, τόσο Μεγάλου, ώστε να αγνοήσει την περσική συνήθεια να τιμώνται πάρα πολύ οι θαρραλέοι πολεμιστές, έστω κι αν είναι αντίπαλοι. Και η οργή του Ξέρξη ήταν δικαιολογημένη. Η μάχη έληξε με ήττα των Ελλήνων και οι Πέρσες έγιναν κύριοι της διόδου. Η ήττα μάλιστα ήταν κρίσιμη, καθώς άνοιγε το δρόμο στον περσικό στρατό να κατακλύσει και να ερημώσει τη Νότια Ελλάδα, με πρώτη την Αττική. Ο ηθικός αντίκτυπος όμως της στάσης του Λεωνίδα και των συμπολεμιστών του ήταν τεράστιος. Η αφοσίωση στο καθήκον και η υπέρτατη θυσία των μαχητών στις Θερμοπύλες χαλύβδωσαν την υπόλοιπη Ελλάδα και απέδειξαν ότι οι Πέρσες δεν ήταν αήττητοι. Η ηθική αυτή νίκη συνέβαλε σημαντικά στην τελική έκβαση του πολέμου. Απόδειξη του σεβασμού, της αναγνώρισης και του λιτού και μεστού τρόπου με τον οποίο η Ελλάδα ξέρει να τιμά τους νεκρούς ήρωές της είναι τα τρία επιγράμματα που χαράχτηκαν στους τάφους των ηρωικών νεκρών, οι οποίοι θάφτηκαν στον τόπο της μάχης. Τα συνέθεσε ο μεγαλύτερος ποιητής της εποχής, ο Σιμωνίδης από την Κέα, και μας τα διέσωσε ο Ηρόδοτος. Ενα κατά παραγγελία της Αμφικτιονίας των Δελφών προς τιμήν των Πελοποννησίων που έπεσαν τις δύο πρώτες μέρες: «Εδώ πολέμησαν κάποτε με τρία εκατομμύρια Περσών τέσσερις χιλιάδες Πελοποννήσιοι». Ενα δεύτερο επίγραμμα χάραξε ο ίδιος ο Σιμωνίδης στον τάφο του προσωπικού του φίλου μάντη Μεγιστία: «Αυτός είναι ο τάφος του δοξασμένου Μεγιστία, που κάποτε σκότωσαν οι Μήδοι, όταν πέρασαν τον Σπερχειό, του μάντη, που ενώ γνώριζε καλά πως πλησίαζε ο θάνατος, δεν δέχτηκε να εγκαταλείψει το βασιλιά της Σπάρτης». Το τρίτο επίγραμμα, που είναι και το πιο γνωστό, σεμνό κόσμημα ανδρείας και πίστης στην πατρίδα, χαράχτηκε στον τάφο των τριακοσίων και του Λεωνίδα και πάλι κατά παραγγελία της Αμφικτιονίας των Δελφών. Ο γράφων δεν θεωρεί τον εαυτό του ικανό ούτε καν να επιχειρήσει να αποδώσει στα νέα ελληνικά την αρμονία και τη λιτότητα που απηχεί έναν ηρωισμό άφθαρτο στο χρόνο: «Ὦ ξεῖν, ἀγγέλειν Λακεδαιμονίοις, ὅτι τῇδε κείμεθα, τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι». Σύμφωνα με μεταγενέστερες παραδόσεις, ανάλογα επιγράμματα στήθηκαν για να τιμηθούν οι Θεσπιείς και οι Οπούντιοι Λοκροί.

Πηγή κειμένου, εικόνων (εκτός της πρώτης και της τρίτης) και λεζάντων: ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ - ΠΕΡΣΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ,(Κλεάνθης Ζουμπουλάκης- Υποψήφιος δρ Αρχαίας Ιστορίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών), σελ. 59-73 απο ένθετο της εφημερίδας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ»







koinos--nous

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου